- ἐτυμότης
- ἐτυμότης, ητος, ἡ, die Wahrheit, Wirklichkeit, bes. die eigentliche Bedeutung
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
ετυμότης — ἐτυμότης, ἡ (Α) [έτυμος] η αληθινή, η πραγματική σημασία μιας λέξεως, η οποία προκύπτει από την ετυμολογία … Dictionary of Greek
ἐτυμότης — true meaning fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐτυμότητα — ἐτυμότης true meaning fem acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐτυμότητας — ἐτυμότης true meaning fem acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐτυμότητι — ἐτυμότης true meaning fem dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐτυμότητος — ἐτυμότης true meaning fem gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)